Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

Ντετέκτιβ προχωρούν σε έρευνες περιστατικών παιδικής κακοποίησης


Πηγή: http://el.wikipedia.org/

Το φαινόμενο της παιδικής κακοποίησης πρόκειται για ένα ζήτημα, οι συνέπειες του οποίου έχουν διάρκεια και επηρεάζουν και τη μετέπειτα ζωή του παιδιού, μετατρέποντάς το σε έναν ενήλικα που αντιμετωπίζει δυσκολίες σε διάφορες σημαντικές πτυχές της ζωής του. Δημιουργεί άτομα με έντονα προβλήματα στις προσωπικές τους σχέσεις, τα οποία δυσκολεύονται να αγαπήσουν και να εμπιστευτούν, έχουν τάση προς καταχρήσεις, εμφανίζουν, προβλήματα προσαρμοστικότητας και επίσης, οι άνθρωποι που υπέστησαν κακοποίηση όταν ήταν παιδιά ενδέχεται να προβούν οι ίδιοι σε κακοποίηση παιδιών όταν ενηλικιωθούν.
Τα δεδομένα
Παιδική κακοποίηση υπήρχε κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά μόνο πρόσφατα, οι άνθρωποι άρχισαν να σκέφτονται διαφορετικά γι’ αυτό το θέμα, να δημιουργούν νομικούς ορισμούς για την κακοποίηση, να ορίζουν κυβερνητικούς φορείς οι οποίοι έχουν τη δύναμη να απομακρύνουν παιδιά από τα σπίτια τους, καθώς και να διεξάγουν χιλιάδες έρευνες επάνω στο θέμα. Στο πλαίσιο αυτής της ερευνητικής διαδικασίας έχουν προχωρήσει ιδιωτικοί ντετέκτιβ ανακαλύπτοντας ολοένα και περισσότερες περιπτώσεις παιδικής κακοποίησης.
Το φαινόμενο της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης συμβαίνει σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από όσο γνωρίζουμε όμως καλύπτεται από έντονη μυστικότητα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Βρετανικού Οργανισμού http:Stopitnow για την πρόληψη της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης τα ¾ των παιδιών που κακοποιούνται σεξουαλικά δε θα μιλήσουν σε κανένα κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας για αυτήν. Aκόμη από όσα παιδιά μιλήσουν, ελάχιστα θα φθάσουν να απασχολήσουν τις αστυνομικές αρχές, τις κοινωνικές υπηρεσίες ή τους επαγγελματίες υγείας.
Ευρήματα ερευνών έχουν δείξει ότι τα κορίτσια κακοποιούνται με συχνότητα 3 φορές υψηλότερη από ότι τα αγόρια, ότι τα αγόρια είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες για συναισθηματική παραμέληση και σοβαρή σωματική βλάβη από ότι τα κορίτσια και ότι τα παιδιά έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να κακοποιηθούν σεξουαλικά από τη ηλικία των 3 ετών και άνω. Ο πραγματικός αριθμός των περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης εκτιμάται ότι είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που δείχνουν οι έρευνες. Τα περισσότερα παιδιά θύματα κακοποίησης και παραμέλησης δεν ανιχνεύονται από τις κοινωνικές υπηρεσίες. Στη σεξουαλική κακοποίηση ειδικά, όπου δεν υπάρχουν απαραίτητα σωματικές ενδείξεις, η μυστικότητα και η ντροπή εμποδίζει τα παιδιά αλλά και τους ενήλικες που γνωρίζουν να ζητήσουν βοήθεια. 
Κύριες μορφές της παιδικής κακοποίησης και παραμέλησης των παιδιών:
Α. Σωματική κακοποίηση
Η σωματική κακοποίηση περιλαμβάνει κάθε είδους τραυματισμούς ή κακώσεις διαφορετικής σοβαρότητας και συχνά διαφορετικών ηλικιών, που δεν οφείλονται σε ατυχήματα. Η κάκωση μπορεί να είναι μία ή πολλές, παρατηρούνται δε συχνότερα στο κεφάλι και στα άκρα του παιδιού, δηλαδή στα ακάλυπτα μέρη του σώματος. Οι επαγγελματίες υγείας οφείλουν, ακόμα και με την παραμικρή υποψία, να εξετάζουν με προσοχή όλο το σώμα του παιδιού.
Β. Ψυχολογική κακοποίηση
Η ψυχολογική κακοποίηση ενός παιδιού μπορεί να περιλαμβάνει πράξεις και συμπεριφορές οι οποίες εμπεριέχουν απόρριψη, εκφοβισμό, απομόνωση, εκμετάλλευση, υποτίμηση, συναισθηματική απροσφορότητα όπως και κοινωνικές πράξεις.
Γ. Παραμέληση
Ως παραμέληση θεωρείται το φαινόμενο σύμφωνα με το οποίο η διατροφή, η ιατρική φροντίδα, η ένδυση, η στέγαση, η σχολική φοίτηση ή η παρακολούθηση που παρέχεται στο παιδί είναι έντονα ανεπαρκής ή ακατάλληλη σε βαθμό τέτοιο ώστε να παραβλέπεται ή να τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο ή υγεία και η ανάπτυξή του. Ένα παιδί είναι παραμελημένο εάν αφεθεί χωρίς φροντίδα για μακρά χρονικά διαστήματα ή εάν εγκαταλειφθεί.
Στα πλαίσια της παραμέλησης εντάσσεται και η ανεπάρκεια της αύξησης ή δυστροφία μη οργανικής αιτιολογίας. Λόγω των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών, αναφέρεται ως ξεχωριστή κατηγορία.
Δ. Σεξουαλική παραβίαση – Αιμομιξία
Σεξουαλική παραβίαση θεωρείται η συμμετοχή ή η έκθεση παιδιών και εφήβων σε πράξεις με σεξουαλικό περιεχόμενο υποκινούμενες από ενήλικα, συνήθως, που έχει σχέση φροντίδας ή οικειότητας με το παιδί, οι οποίες έχουν ως σκοπό τη σεξουαλική διέγερση ή/και ικανοποίηση του ενήλικα. Χαρακτηριστικά του φαινομένου είναι η ανηλικότητα του παιδιού, η σχέση εξάρτησης ή εμπιστοσύνης ανάμεσα στον ενήλικα και το παιδί, η έλλειψη συνειδητής κατανόησης της έννοιας και του περιεχομένου της πράξης αυτής, άρα και η έλλειψη συνειδητής συναίνεσης του παιδιού. Οι πράξεις αυτές παραβιάζουν όχι μόνο τον αιμομικτικό φραγμό, αλλά και τις γενικότερες αντιλήψεις της κοινωνίας σχετικά με τις οικογενειακές σχέσεις και τα όρια των οικογενειακών ρόλων. Η σεξουαλική παραβίαση εμπεριέχει διάφορες μορφές με ή χωρίς επαφή, από την έκθεση σε επίδειξη, τις θωπείες και τις ασελγείς πράξεις, μέχρι το βιασμό και την αιμομιξία. Η παιδική πορνογραφία και η πορνεία δεν είναι παρά οι εμπορευματικές πλευρές αυτού του ζητήματος, οι οποίες αναφέρονται με τον όρο «σεξουαλική εκμετάλλευση».
Αιτιολογία
Για χρόνια οι μελέτες εστιάζονταν στην ψυχοπαθολογία του γονέα για να εξηγήσουν το πρόβλημα. Σήμερα όμως αναγνωρίζουμε πως η κακοποίηση παιδιού από τους γονείς του είναι το αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης πολλών παραγόντων που σχετίζονται, όχι μόνο με τους γονείς, αλλά και με τη δυσλειτουργία της οικογένειας και με κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες.
Οι Γονείς που Κακοποιούν
Τα ευρήματα τόσο στη χώρα μας όσο και σε άλλες χώρες δείχνουν ότι οι γονείς είναι άτομα με ιδιαίτερες ανάγκες για φροντίδα και στήριξη τόσο από κοινωνικούς φορείς, όσο και από ειδικούς ψυχικής υγείας.
Μπορεί να χαρακτηρίζονται από: – Σοβαρές ψυχικές δυσκολίες (π.χ. πληρούν τα κριτήρια για ψυχιατρικές διαγνώσεις όπως, διαταραχή προσωπικότητας, σπανιότερα. – Περιορισμένες νοητικές ικανότητες. – Σημαντική δυσκολία να ελέγχουν τον εαυτό τους και τις παρορμήσεις τους (κυρίως τις επιθετικές). – Συναίσθημα βαθιάς ανεπάρκειας για το γονεϊκό τους ρόλο και για την εικόνα του εαυτού τους γενικότερα. – Έντονες  ανάγκες για εξάρτηση και προσοχή από τους άλλους, τις οποίες τείνουν να καλύπτουν χρησιμοποιώντας τα παιδιά τους ως πηγή φροντίδας. Έτσι, τα παιδιά τους αναλαμβάνουν να στηρίζουν τους γονείς, παραμελώντας τις δικές τους φυσιολογικές ανάγκες για φροντίδα και εξάρτηση (το λεγόμενο σύνδρομο «γονεοποιημένου παιδιού»). – Κακές σχέσεις με τους δικούς τους γονείς. Οι περισσότεροι γονείς που κακοποιούν έχουν υπάρξει θύματα ή μάρτυρες βίαιων σκηνών μέσα στις δικές τους οικογένειες. Με την κακοποίηση του παιδιού τους τείνουν ασυνείδητα να ανακουφίζουν και να ελέγχουν τα δικά τους παιδικά ψυχικά τραύματα μέσα από τη διαδικασία της «ταύτισης» με τον βίαιο και επιθετικό γονιό τους (ο λεγόμενος μηχανισμός «ταύτισης με τον επιτιθέμενο»). Έτσι ένα κακοποιημένο παιδί ενδέχεται να γίνει κι εκείνο ένας βίαιος γονιός στο μέλλον, συνεχίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο το δια-γενεαλογικό πέρασμα της βίας στην οικογένεια. – Συχνότερη χρησιμοποίηση λεκτικής επιθετικότητας, σωματικής τιμωρίας και επιβολής δύναμης στα παιδιά συγκριτικά με φυσιολογικούς γονείς. Επίσης, εκδηλώνουν σημαντικά σπανιότερα θετικές αλληλεπιδράσεις (π.χ. παιχνίδι, διάλογο, καθοδήγηση) με τα παιδιά τους. – Ακαμψία στις στάσεις τους απέναντι στο παιδί, αλλά και σε άλλα θέματα της ζωής γενικότερα. – Τάση να αντιλαμβάνονται και να περιγράφουν το παιδί με τρόπο αρνητικό («δύσκολο», «κακό», «προβληματικό»). Έτσι αρνητικά άλλωστε βλέπουν και τον ίδιο τους τον εαυτό.
Ο Ρόλος της Οικογένειας
Σε οικογένειες που εκδηλώνεται ΠΣΚ υπάρχουν συχνά ανάμεσα στους γονείς (π.χ. μονογονεϊκές οικογένειες, μητέρες που δεν στηρίζονται επαρκώς οικονομικά και συναισθηματικά από το σύζυγο), στους γονείς και το παιδί και ανάμεσα στους γονείς και την εκτεταμένη οικογένεια (παππούδες και άλλους συγγενείς). Επίσης, οι οικογένειες αυτές είναι συνήθως κοινωνικά απομονωμένες, χωρίς βοήθεια από γείτονες, φίλους ή άλλα κοινοτικά πλαίσια στήριξης.
Ο Ρόλος Εξω-οικογενειακών Παραγόντων
Η σημασία των εξω-οικογενειακών παραγόντων αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Είναι γεγονός ότι ΠΣΚ εκδηλώνεται συχνότερα σε οικογένειες χαμηλού μορφωτικο-οικονομικού επιπέδου. Οι οικονομικές αντιξοότητες (π.χ. ανεργία, στέρηση υλικών αγαθών) και οι περιορισμένες παροχές και πηγές στήριξης (έλλειψη παιδικών σταθμών, κλπ.) αυξάνουν σημαντικά το στρες και μειώνουν την αντοχή του γονέα στις αναμενόμενες πιέσεις από το παιδί και την ανατροφή του. Ακόμα, οι στάσεις της ευρύτερης κοινωνίας και της τοπικής κοινότητας μπορεί να λειτουργήσουν διευκολυντικά στην εκδήλωση της κακοποίησης. Έτσι, η αποδοχή της σωματικής τιμωρίας (π.χ. «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο») μπορεί να ενθαρρύνει την εμφάνιση ακραίας μορφής στα παιδιά για λόγους. Ακόμα, πεποιθήσεις όπως «ποτέ δεν επεμβαίνω στα ενδο-οικογενειακά ζητήματα άλλων» ενισχύουν την απόκρυψή της και ενδέχεται να αποτρέπουν τους άλλους από το να παρέμβουν για να προστατέψουν ένα παιδί που κακοποιείται.
Ψυχιατρικά – Ψυχολογικά χαρακτηριστικά του κακοποιημένου παιδιού.
Τα παιδιά που κακοποιούνται ή και παραμελούνται παρουσιάζουν έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις. Κλαίνε πολύ εύκολα, είναι πολύ απαιτητικά και εμφανίζουν διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα. Ο όρος «παγωμένο βλέμμα» περιγράφει τη χαρακτηριστική έκφραση που έχουν. Στη σχέση τους με τρίτους είναι πολύ επιφυλακτικά στη σωματική επαφή και γενικά καχύποπτα. Φαίνεται επίσης ότι έχουν μια ετοιμότητα να αντιδρούν σε σημάδια κινδύνου ή έντασης από το περιβάλλον. Η μελέτη της κοινωνικής συμπεριφοράς αυτών των παιδιών έδειξε ότι παιδιά που κακοποιούνται είναι λιγότερο κοινωνικά σε σχέση με άλλα, η συναλλαγή τους με τους άλλους δεν έχει φαντασία, ενώ παράλληλα οι αντιδράσεις τους δεν είναι σταθερές. Τα μικρά παιδιά που κακοποιούνται και δεν μπορούν να αναπτυχθούν είναι απαραίτητο να εισάγονται στο νοσοκομείο. Μετά την εισαγωγή τους, παρατηρούνται τα εξής : τα παιδιά αυτά φαίνονται πολύ συμπαθητικά, αλλά είναι ανίκανα να αντέξουν και την παραμικρή ματαίωση και ξεσπούν σε κλάματα ή εκρήξεις οργής. 
Η αργή φυσική ανάπτυξή τους επηρεάζεται θετικά όταν απομακρυνθούν από το σπίτι, αλλά οι διαταραχές στο λόγο ή τα προβλήματα στη συμπεριφορά τους δεν αποκαθίστανται εύκολα. Αυτά τα πολύ γενικά χαρακτηριστικά δείχνουν ότι υπάρχει σοβαρή , που είναι πολύ πιθανό να συνεχίσει να υπάρχει κι όταν αυτά τα παιδιά ενηλικιωθούν. Είναι προφανές ότι το περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνει το παιδί που κακοποιείται χαρακτηρίζεται από απόρριψη και επιθετικότητα, γεγονός που δεν επιτρέπει τη δημιουργία του διευκολυντικού εκείνου περιβάλλοντος που, κατά τον Winnicott, συντελεί στην ωρίμανση του παιδιού. Σύμφωνα με τη μελέτη των Martin και Beezley σχετικά με την προσωπικότητα των παιδιών αυτών εντοπίστηκαν εννέα χαρακτηριστικά κριτήρια:
  • - Μειωμένη ικανότητα για ευχαρίστηση
  • - Σοβαρές διαταραχές συμπεριφοράς
  • - Μειωμένη αυτοεκτίμηση
  • - Απόσυρση
  • - Εναντιωματική συμπεριφορά
  • - Μεγάλη διεγερσιμότητα
  • - Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή
  • - Ψευδοενήλικη συμπεριφορά
  • - Μαθησιακές δυσκολίες
Τα παραπάνω χαρακτηριστικά και η σοβαρότητά τους δεν εξαρτώνται από τον τύπο και τη σοβαρότητα της φυσικής βίας. Το ψυχικό τραύμα που έχει προκληθεί στα παιδιά αυτά από το περιβάλλον της κακοποίησης είναι τόσο έντονο, ώστε να οδηγεί στη δημιουργία αυτών των χαρακτηριστικών, με αποτέλεσμα οι δάσκαλοι και οι συνομήλικοι να τα απορρίπτουν. Όπως είναι επόμενο, τα κακοποιημένα παιδιά έχουν αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους, με πιθανή πρόγνωση να συνεχιστεί αυτός ο φαύλος κύκλος σε όλη τους τη ζωή, με πιθανή εκδήλωση του φαινομένου στα δικά τους παιδιά και ούτω καθ’ εξής. Τα παιδιά αυτά έχουν λιγότερους φίλους και αρκετά αναπτύσσουν. Μια ευρωπαϊκή μελέτη διερεύνησε τη σχέση μεταξύ της πολύ αυστηρής και τιμωρητικής συμπεριφοράς των γονέων και των επιπτώσεών της στην προσωπικότητα των παιδιών. Βρέθηκε ότι τα παιδιά, εξαιτίας αυτής της συμπεριφοράς, αναπτύσσουν ένα σύνδρομο που ονομάζεται «διαταραχή της διαγωγής» ή ένα άλλο σύνδρομο στο οποίο εκδηλώνουν άγχος και κατάθλιψη. Σε μία άλλη παλαιότερη μελέτη σε 23 οικογένειες βρέθηκε ότι μετά από 3 χρόνια το 30% των παιδιών είχαν εκ νέου κακοποιηθεί ή παραμεληθεί και ότι το 70% των παιδιών απέκλινε από την ομαλή συναισθηματική, νοητική και κοινωνική ανάπτυξη της ηλικίας τους. ‘Αλλες μελέτες έχουν επίσης επιβεβαιώσει αυτά τα αποτελέσματα. Πρέπει βέβαια να αναφερθεί ότι δεν υπάρχουν μελέτες που να διερευνούν τις ψυχολογικές μόνο επιπτώσεις της κακοποίησης. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μαζί με την κακοποίηση το παιδί βιώνει μία σειρά από άλλες εμπειρίες, όπως η εισαγωγή στο νοσοκομείο, απομάκρυνση από το σπίτι, ανάδοχες οικογένειες κλπ. Είναι, επομένως, δύσκολο να ξεχωρίσουμε τις επιπτώσεις της κακοποίησης από αυτές που οφείλονται στις άλλες εμπειρίες. Υποστηρίζεται, επίσης, ότι τα αποτελέσματα της συναισθηματικής στέρησης στα πολύ μικρά παιδιά μπορεί να εκδηλώνονται με τα μορφή εξελικτικών διαταραχών στο Κεντρικό  Το εύρημα αυτό φαίνεται με την ποιότητα της γονεϊκής φροντίδας που είχαν τα παιδιά αυτά. Η μεγάλη συχνότητα της αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς που έχει περιγραφεί σε κακοποιημένα παιδιά σε σχέση με φυσιολογικά ή παραμελημένα παιδιά συμπεριλαμβάνει αυτό-ακρωτηριασμούς και απόπειρες αυτοκτονίας και συνδέεται με χαρακτηριστικές μεταβολές του οικογενειακού περιβάλλοντος του παιδιού.
Έχει επίσης περιγραφεί καθυστέρηση στην εξέλιξη του λόγου. Υποστηρίζεται, δηλαδή, ότι τα παιδιά δεν εμπιστεύονται το περιβάλλον τους για να μιλήσουν και επομένως η καθυστέρηση στην εξέλιξη του λόγου είναι αποτέλεσμα της μικρής πρακτικής και εξάσκησης εξαιτίας της παραμέλησης που υφίστανται τα κακοποιημένα παιδιά. Ακόμη, η νοητική ανάπτυξη αυτών των παιδιών επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό, φαίνεται όμως ότι δε συνδέεται περισσότερο με τη διαδικασία της κακοποίησης-παραμέλησης κι όχι με τη σοβαρότητα των τραυμάτων. Ο Strogh έχει περιγράψει μια μορφή ψυχωσικής διαταραχής, τη λεγόμενη «τραυματική ψύχωση», σε παιδιά λανθάνουσας και προεφηβικής ηλικίας. Τα χαρακτηριστικά της είναι : μειωμένη ή έντονα διαταραγμένη σχέση με την πραγματικότητα και τους άλλους, καθώς και αλλόκοτη συμπτωματολογία. Τα παιδιά αυτά, που είχαν κακοποιηθεί πολύ νωρίς στη ζωή τους, παρουσιάζουν έντονη επιθετικότητα, ενώ παράλληλα είναι κατά περιόδους υπόδειγμα ή πολύ αγαπητά στους άλλους. Χαρακτηριστικά ο Strogh αναφέρει ότι τα παιδιά αυτά «δαγκώνουν το χέρι αυτού που τα ταΐζει», γεγονός που δηλώνει έντονη διαταραχή στη συμπεριφορά δεσμού. Άλλα χαρακτηριστικά που βρέθηκε ότι έχουν τα κακοποιημένα παιδιά είναι: χαμηλό βάρος στη γέννηση, προωρότητα και ύπαρξη διαφόρων παρεκκλίσεων από τη φυσιολογική εξέλιξη. Τα μέχρι σήμερα ερευνητικά δεδομένα επιβεβαιώνουν τη διαπίστωση ότι οι επιπτώσεις της σωματικής κακοποίησης και παραμέλησης στην ψυχική υγεία και τη σωματική ανάπτυξη του παιδιού είναι σοβαρές.
Αντιμετώπιση κρουσμάτων κακοποίησης
Σε πρώτο επίπεδο, τα παιδιά πρέπει να διδαχθούν ότι κανείς, ακόμη και κάποιος που αγαπούν, δε θα πρέπει να τους ζητήσει να κρατήσουν μυστικό για φιλιά, αγγίγματα, αγκαλιές. Δεν είναι ποτέ φταίξιμο του παιδιού αν κάποιος τα κακοποιήσει. Αν κάποιος τα αγγίξει με τρόπο που τα φοβίζει ή τα μπερδεύει πρέπει να το πουν. Τα συναισθήματα φόβου και σύγχυσης μπορεί να έρθουν για κάποιο άτομο και πριν ακόμη τα αγγίξουν.
Όταν υπάρχει υποψία κακοποίησης
  • Ενημερώνονται οι αρμόδιες αρχές (εισαγγελέας, αστυνομία) και να εισάγεται το παιδί στο νοσοκομείο προκειμένου, κατ' αρχήν, να προστατευθεί η ζωή του και να αντιμετωπιστούν τα ιατρικά προβλήματα.
  • Αστυνομία
  • Κέντρο Άμεσης Κοινωνικής Βοήθειας (197)
  • ή σε άλλους οργανισμούς, όπως:
  • Χαμόγελο του Παιδιού (1056),
  • Ιατροδικαστική Υπηρεσία Αθηνών (210 3613340), Ιατροδικαστική Υπηρεσία Πειραιά (210 4177876),
  • Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων Υπουργείου Δικαιοσύνης (210 8701319),
  • Συνήγορος του Πολίτη (210 7289600),
  • Συνήγορος του Πολίτη-Κύκλος για τα δικαιώματα του Παιδιού (8001132000),
  • ΕΠΙΨΥ (801-801-1177),
  • Τμήμα Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (1890 ή ccu@ath.forthnet.gr).
  • Παρέχεται βοήθεια στο παιδί και στην οικογένεια από διεπιστημονική ομάδα ειδικών (παιδίατρος, κοινωνικός λειτουργός, ψυχολόγος και παιδοψυχίατρος) με:
  • Μεταφορά του παιδιού σε ασφαλές πλαίσιο διαμονής (μακριά από τους γονείς, για κάποιο τουλάχιστον διάστημα, αν κριθεί αναγκαίο).
  • Ψυχοδιαγνωστική εκτίμηση παιδιού και γονέων για την πιθανότητα ύπαρξης ψυχολογικών ή άλλων αναπτυξιακών (για το παιδί) δυσκολιών που χρειάζονται φροντίδα.
  • Συμβουλευτική στήριξη - ψυχοθεραπεία γονέων.
  • Ψυχοθεραπευτική βοήθεια παιδιού.

  • Πηγές [Επεξεργασία]

  • Τσιάντης Γ., «Ψυχική Υγεία του Παιδιού και της Οικογένειας, Τεύχος Β΄. Εκδ. Καστανιώτης. Αθήνα, 2000
  • Αγάθωνος-Γεωργοπούλου Ε.(Επ.), «Κακοποίηση - Παραμέληση Παιδιών. Ινστιτούτο Υγείας Παιδιού. Αθήνα, 1987. Η.
  • Agathonos-Georgopoulou, ?Child Maltreatment in Greece: A Review of Research. Child Abuse Review, Vol. 6: 257-271. 1997.
  • Finkelhor D.& Korbin J., Child Abuse as an International Issue. Child Abuse & Neglect, Vol.12: 3-23. 1988.
  • Korbin J., Child Abuse and Neglect: Cross-Cultural Perspectives. University of California Press. Berkeley, CA, 1981.

Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

Διαδικτυακό Έγκλημα - Εθισμός στο ίντερνετ: Μια νέα διάσταση στην παραβατική συμπεριφορά

Πηγή: www.e-psychology.gr (Κατερίνα Γερολύμπου)


Νέες μορφές εγκληματικών πράξεων δεν εμφανίζονται συχνά στην πορεία της ανθρώπινης ιστορίας. Ωστόσο, τον 21ο αιώνα με αφορμή την ανακάλυψη και τη χρήση του Διαδικτύου ένα νέο είδος εγκλήματος άρχισε να εμφανίζεται και να λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις, το ονομαζόμενο διαδικτυακό έγκλημα (cybercrime - internet crime).
Διαδικτυακό έγκλημα
Είναι γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων έχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο μέσω του οποίου εκτελεί μια σειρά δραστηριοτήτων, όπως είναι η αγορά προϊόντων και υπηρεσιών, η ειδησεογραφική ενημέρωση, η ανταλλαγή πληροφοριών, η διαφήμιση, η επικοινωνία κ.λπ. Οι προαναφερθείσες δραστηριότητες μέσω του Διαδικτύου αποτελούν την θετική εφαρμογή αυτών των υπηρεσιών. Υπάρχει όμως και μια αρνητική διάσταση που σχετίζεται με την χρησιμοποίηση των υπηρεσιών του Διαδικτύου με σκοπό τη θυματοποίηση και εκμετάλλευση πολιτών, επιχειρήσεων, ακόμη και των κυβερνητικών υπηρεσιών (π.χ. στρατός, κρατικές μυστικές υπηρεσίες). Η ανησυχία και κατ' επέκταση η ανασφάλεια που συνδέεται με τη χρήση του Διαδικτύου καταφαίνεται από το γεγονός ότι το 70% των ατόμων που χρησιμοποιεί το διαδίκτυο πιστεύει ότι είναι πιο πιθανό να πέσει θύμα διαδικτυακού εγκλήματος (π.χ. κλοπή πιστωτικής κάρτας) από ότι κάποιας άλλης μορφής εγκλήματος (Reisig, et. al., 2009). Οι λόγοι που οι εγκληματίες προτιμούν τη χρήση του Διαδικτύου είναι επειδή τους επιτρέπει πρόσβαση σε ένα μεγάλο εύρος ατόμων, έχει χαμηλό κόστος και κίνδυνο, εξασφαλίζει την ανωνυμία και δεν υπάρχουν καθόλου γεωγραφικοί περιορισμοί. Αν σ' αυτά προστεθεί και ο εθισμός στο internet έχουμε τις προϋποθέσεις που καθιστούν το Διαδίκτυο ιδανικό μέρος δραστηριοποίησης ατόμων με προβληματικές συμπεριφορές.
Το διαδικτυακό έγκλημα μπορεί να πάρει διάφορες μορφές από την οικονομική απάτη ως την έκθεση σε κίνδυνο ανηλίκου. Μια από τις πιο απειλητικές μορφές του ηλεκτρονικού εγκλήματος, δεδομένου ότι ολοένα και περισσότερα παιδιά έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο είναι αυτό που αφορά την παιδική, ηλεκτρονική πορνογραφία ή την σεξουαλική παρενόχληση ανηλίκων στο διαδίκτυο. Τα ερευνητικά δεδομένα επισημαίνουν ότι το 1/5 των ανηλίκων που χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο έχει προσεγγιστεί σεξουαλικά από άτομα που συνάντησαν σε αυτό, και ενώ πολλά από τα παιδιά είναι σε θέση να προστατεύσουν τον εαυτό τους και να μην ανταποκριθούν στις πιέσεις των ενηλίκων, υπάρχει μια κατηγορία ανηλίκων που πέφτει θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης και επίθεσης.
Πολύ συχνά οι ενήλικες προσεγγίζουν ανηλίκους δημιουργώντας μια ψεύτικη ταυτότητα και παρουσιάζοντας τον εαυτό τους έχοντας την ίδια ηλικία με τον ανήλικο-στόχο.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα δημογραφικά χαρακτηριστικά αυτών των παραβατών που συνοψίζονται στα ακόλουθα: στην πλειονότητά τους είναι άντρες, μεταξύ 26- 39 ετών, με ανώτερο μορφωτικό επίπεδο, οι οποίοι εργάζονται με πλήρες ωράριο και χαρακτηρίζονται από δυσκολία στη διαμόρφωση και διατήρηση διαπροσωπικών σχέσεων (Mitchell, Wolak and Finkelhor, 2005; Wyker, 2007).
Στα πλαίσια της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκου εντάσσεται και η διακίνηση παιδικού πορνογραφικού υλικού, όπου πρόκειται για ένα σχετικά νέο φαινόμενο και το οποίο περιλαμβάνει τη συλλογή και τη διακίνηση παιδικού πορνογραφικού υλικού στο Διαδίκτυο. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που γονείς στρέφονται σε γραφεία ιδιωτικών ερευνών προκειμένου να διελευκάνουν ή και να αποτρέψουν τέτοιου είδους διαδικτυακές απειλές.
Οι συγκεκριμένοι παραβάτες μπορούν να ταξινομηθούν σε τρεις κατηγορίες:
σε αυτούς που συλλέγουν πορνογραφικό υλικό στα πλαίσια μιας γενικότερης σεξουαλικής παραβατικότητας, σε αυτούς που συλλέγουν για να ικανοποιήσουν μια αναπτυσσόμενη σεξουαλική ανάγκη ή ενδιαφέρον για τα παιδιά και σε αυτούς που έρχονται σε επαφή με το συγκεκριμένο πορνογραφικό υλικό λόγω περιέργειας.
Το ερώτημα που γεννιέται και στο οποίο δεν μπορεί να δοθεί μια απόλυτη απάντηση είναι το αν αυτή η κατηγορία παραβατών είναι αυτή που διαπράττει και τα εγκλήματα σεξουαλικής παρενόχλησης ανηλίκων. Τα μέχρι τώρα δεδομένα επισημαίνουν ότι είναι μια ετερογενής ομάδα, στα πλαίσια όμως της οποίας υπάρχουν και αυτοί που παρενοχλούν σεξουαλικά παιδιά (13%).
Το πρόβλημα που ανακύπτει είναι η προστασία παιδιών από το διαδίκτυο αξίζει να δούμε ότι το προφίλ των παραβατών για τη διακίνηση παιδικού πορνογραφικού υλικού αποτελείται από τα εξής χαρακτηριστικά: είναι μεταξύ 25- 50 ετών, τείνουν να έχουν λιγότερα προβλήματα με τη χρήση ουσιών, αποτυγχάνουν στη δημιουργία στενών, διαπροσωπικών σχέσεων, παρουσιάζουν προβλήματα στη σεξουαλική αυτορρύθμιση (π.χ. αποκλίνουσες σεξουαλικές συμπεριφορές, έντονη σεξουαλική ενασχόληση, κ.α.), φοβούνται την απόρριψη και έχουν υψηλά επίπεδα ψυχοπαθολογίας (Webb, Craissati and Keen, 2007).
Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι το κατά πόσο και με ποιον τρόπο μπορεί να προστατευθεί ο κάθε πολίτης και ιδιαίτερα τα παιδιά και οι έφηβοι από αυτή τη μορφή εγκληματικότητας. Ο εθισμός στο ίντερνετ είναι πλέον υπαρκτό γεγονός, γι' αυτό και είναι σημαντικό να δούμε τα μέτρα αντιμετώπισης. Αυτά εντάσσονται σε δύο κατηγορίες στα προληπτικά και στα κατασταλτικά. Στην πρώτη κατηγορία απαιτείται η ενεργοποίηση και η ενημέρωση των πολιτών για τους πιθανούς τρόπους δράσης των εγκληματιών του Διαδικτύου, αξιοποιώντας για παράδειγμα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης προς αυτήν την κατεύθυνση. Στα κατασταλτικά μέτρα, πρωταγωνιστικό ρόλο καλούνται να αναλάβουν οι αστυνομικές αρχές κάθε χώρας, οι οποίες θα πρέπει να διαθέτουν τα μέσα και το θεωρητικό υπόβαθρο για τον εντοπισμό και τη σύλληψη αυτών των παραβατών.
Μια διαδεδομένη τεχνική στην περίπτωση της σεξουαλικής παρενόχλησης ανηλίκων στο Διαδίκτυο είναι η χρήση αστυνομικών οργάνων που αναλαμβάνουν να παίξουν το ρόλο ανηλίκων προκειμένου να εντοπιστούν οι δράστες.
Συμπερασματικά, γίνεται σαφές ότι για να μπορέσει να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά αυτό το νέο είδος εγκληματικών ενεργειών χρειάζεται η σύμπραξη των πολιτών, των αστυνομικών δυνάμεων αλλά και της πολιτείας μέσω της θέσπισης ενός νομοθετικού πλαισίου που θα καταδικάζει τέτοιου είδους εγκληματικές πράξεις.

 

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

Εγκληματολογικές έρευνες δείχνουν ότι αυξάνεται η παιδική εγκληματικότητα στην Ελλάδα

Πηγή: www.yougles.com

Σταδιακή αύξηση παρουσιάζει και στην Ελλάδα η παραβατικότητα ανηλίκων, ενώ ολοένα και περισσότεροι νέοι που διαπράττουν σοβαρά εγκλήματα, οδηγούνται στα σωφρονιστικά καταστήματα. Οι συνήθεις παραβάσεις που διαπράττουν ανήλικοι είναι η χρήση και διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, οι απόπειρες ανθρωποκτονιών, οι κλοπές και η μαστροπεία.


Ποσοστό 45% των ανηλίκων, που οδηγούνται στις αίθουσες των δικαστηρίων, αντιμετωπίζουν ποινές φυλάκισης από πέντε έως δεκαπέντε χρόνια. Δικαστικά στοιχεία μας δείχνουν ότι σε διάστημα ενός μηνός (Οκτώβριος του 2009) διαπράχθηκαν έντεκα βιασμοί από παιδιά δεκαπέντε και δεκαέξι χρόνων, ενώ τον Ιούνιο του περασμένου χρόνου δύο 15χρονες μαθήτριες σκότωσαν, για δέκα ευρώ, 80χρονο στην Κερκίνη Σερρών.

Σύμφωνα με τους ψυχολόγους, η εγκληματικότητα των νέων «οφείλεται στην αποτυχία της οικογένειας και άλλων θεσμικών φορέων να βοηθήσουν τα παιδιά να ενσωματώσουν στις δομές της προσωπικότητάς τους, αξίες και συμπεριφορές, που σέβονται τους γραπτούς και τους άγραφους νόμους, καθώς και στην τοξικομανία και την ενδοοικογενειακή βία».

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του πρακτορείου ειδήσεων «ΑΠΕ», εισαγγελείς υποστηρίζουν ότι «η εγκληματικότητα των ανηλίκων και στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια αυξάνεται αν και εξακολουθεί να βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Από δικαστικές εγκληματολογικές έρευνες προκύπτει ότι το φαινόμενο είναι αναμενόμενο και σχετίζεται με την εξάπλωση της φτώχειας, την αύξηση της ανεργίας και της διάδοσης των ναρκωτικών. Οι έρευνες αυτές δείχνουν ότι η παραβατικότητα των ανηλίκων εστιάζεται κυρίως σε ομάδες νεαρών, που είναι κοινωνικά και οικονομικά αδύναμες και βρίσκονται εξαρχής σε μειονεκτική θέση».

Οι ίδιοι επισημαίνουν ότι δεν χρειάζεται η εκ των υστέρων τιμωρία των νεαρών, με τον περιορισμό τους σε ειδικά καταστήματα κράτησης, αλλά πρόληψη της παραβατικής συμπεριφοράς τους με τη δημιουργία, από την πολιτεία, μηχανισμών πρόνοιας και βοήθειας αυτών των ομάδων.

Σε αυτόν τον τομέα η Ελλάδα υστερεί, όπως επισημαίνει στο ρεπορτάζ του το «ΑΠΕ», παρά τις συνεχείς σχετικές πολιτικές εξαγγελίες και τις νομοθετικές πρωτοβουλίες, που όμως ακυρώνονται στην πράξη, λόγω έλλειψης οικονομικών κονδυλίων. Ως παράδειγμα αναφέρεται η Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων Αθηνών, όπου τα τρία προηγούμενα χρόνια υπήρχε μόνο μία κοινωνική λειτουργός, ενώ στην Ελλάδα υπάρχει μόνο ένα Ίδρυμα Αγωγής Ανηλίκων, στον Βόλο.

Σε δηλώσεις του στο πρακτορείο «ΑΠΕ», ο καθηγητής Ποινικού Δικαίου, Νέστορας Κόζαλης, τονίζει ότι «η υπηρεσία της κοινωνικής λειτουργού, η ψυχολογική και η ψυχοπαθολογική υποστήριξη, κρίνονται άκρως απαραίτητα εργαλεία για τα παραβατικά παιδιά, καθώς δεν έχουν διαμορφώσει την προσωπικότητά τους και συνεπώς δεν μπορούν να θεωρηθούν και να αντιμετωπιστούν ως ενήλικες σε μικρογραφία. Σε περιπτώσεις βαριάς εγκληματικότητας, φόνος, βιασμός και άλλα, ισχύει ο Ποινικός Κώδικας για ενηλίκους, αλλά με μεγαλύτερη επιείκεια και άλλους όρους», καταλήγει ο καθηγητής.





Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Έρευνα για τα Ναρκωτικά και την Εφηβεία


Πηγές: Harvard Medical School, Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Ναρκωτικά 2008–2012


Τι είναι τα ναρκωτικά;
Ο όρος «ναρκωτικά» δεν είναι ο πιο κατάλληλος για να αποδώσει τις διάφορες ουσίες που περιλαμβάνει εννοιολογικά. Ορισμένες από αυτές, όπως η κοκαΐνη και οι αμφεταμίνες, είναι κατ' εξοχήν διεγερτικές και όχι κατασταλτικές/ναρκωτικές ουσίες. Πολλοί ειδικοί επιστήμονες χρησιμοποιούν τον όρο «εξαρτησιογόνες ουσίες», στις οποίες όμως ανήκουν τόσο ο καπνός όσο και το οινόπνευμα που δημιουργούν ισχυρή εξάρτηση. Από την άλλη, πολλοί αμφισβητούν αν τα πιο διαδεδομένα ναρκωτικά, η μαριχουάνα και το χασίς, προκαλούν βιολογική εξάρτηση.
Στη συνείδηση του περισσότερου κόσμου τα ναρκωτικά είναι παράνομες ουσίες που λαμβάνονται για να προκαλέσουν ευφορία αλλά έχουν σημαντικές τοξικές παρενέργειες στον ανθρώπινο οργανισμό. Ούτε αυτή η αντίληψη ανταποκρίνεται, όμως, στην πραγματικότητα. Στη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας πολλά ναρκωτικά ήταν νόμιμα, ενώ τα τελευταία χρόνια η αποποινικοποίηση ορισμένων ουσιών υιοθετείται με αυξανόμενο ρυθμό. Επίσης, η τοξικότητα ορισμένων ναρκωτικών εξαρτάται από τη δοσολογία, από τις συνθήκες λήψης, από τη συνέργια με άλλες ουσίες. Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, ο όρος «ναρκωτικά» θα έπρεπε να περιοριστεί στις νόμιμες ή παράνομες ουσίες, χημικής ή φυτικής προέλευσης, οι οποίες είναι δυνατόν να προκαλέσουν φυσική, διανοητική και συναισθηματική αλλοίωση.
Με βάση τη φαρμακολογική τους δράση, τα ναρκωτικά θα μπορούσαν να ταξινομηθούν σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες:

• Στα ψευδαισθησιογόνα ή παραισθησιογόνα (χασίς, μαριχουάνα, LSD, κ.ά.).

• Στα διεγερτικά του κεντρικού νευρικού συστήματος (κοκαΐνη, αμφεταμίνη, κ.ά.)
• Στα κατασταλτικά του κεντρικού νευρικού συστήματος (ηρεμιστικά και υπνωτικά χάπια, κ.ά.)
• Στα οπιούχα (όπιο, ηρωίνη, μορφίνη, κ.ά.)

Από γενικές παρακολουθήσεις και έρευνες η κατανάλωση ναρκωτικών τις τελευταίες δεκαετίες παρουσιάζει διεθνώς σημαντική έξαρση. Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 υπήρξε σημαντική αύξηση της κατανάλωσης χασίς και μαριχουάνας, ενώ στις δεκαετίες του 1980 και 1990 αυξήθηκε η κατανάλωση πιο «σκληρών» ναρκωτικών, όπως της ηρωίνης και της κοκαΐνης. Σύμφωνα με έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας, η κάνναβη αποτελεί το πλέον διαδεδομένο παράνομο ναρκωτικό στην Eυρωπαϊκή Ένωση. Υπολογίζεται ότι 1-9% του ενήλικου πληθυσμού και το 20% των νέων είχε κάμει χρήση κάνναβης κατά τη διάρκεια του 1998.

Οι αμφεταμίνες αποτελούν το δεύτερο πιο διαδεδομένο παράνομο ναρκωτικό στις περισσότερες χώρες (1-9% του ενήλικου πληθυσμού, περίπου 6% των νέων). Σε ό,τι αφορά την κοκαΐνη, παρατηρείται μέτρια αλλά σταθερή αύξηση της χρήσης της, ενώ για την ηρωίνη αναφέρεται αύξηση σε ορισμένες μόνο χώρες. Εθισμό στα οπιούχα παρουσιάζει μόνο το 0,2-0,3% του πληθυσμού της Ε.Ε., ποσοστό που θεωρείται σχετικά χαμηλό.
Στην Ελλάδα, ο αριθμός των εξαρτημένων από ναρκωτικά ατόμων ανέρχεται, σύμφωνα με τον ΟΚΑΝΑ, σε 50.000-70.000 άτομα. Το πιο διαδεδομένο παράνομο ναρκωτικό και στην Ελλάδα είναι η κάνναβη. Επίσης, οι θάνατοι από χρήση ενδοφλέβιας ηρωίνης από 71 που ήταν το 1991 έφτασαν τους 239 το 1998 και 273 το 2006. Ο αριθμός αυτός αποτελεί σαφώς υποεκτίμηση του προβλήματος, αφού ορισμένοι θάνατοι δεν καταγράφονται ενώ δεν συνυπολογίζονται οι θάνατοι από ηπατίτιδες, AIDS, κ.τ.λ. που προκλήθηκαν από τη χρήση ναρκωτικών.

Ναρκωτικά και Εφηβεία


Ο σημαντικότερος παράγοντας για την αποτροπή των εφήβων από τη χρήση των ναρκωτικών είναι η ενεργή παρουσία των γονέων στη ζωή των παιδιών τους. Η καλλιέργεια ενός υγιούς οικογενειακού περιβάλλοντος για τα παιδιά παίζει πολύ σπουδαίο ρόλο αφού είναι σχεδόν σίγουρο ότι  θα εκτεθούν στα ναρκωτικά είτε στο χώρο του σχολείου είτε από συνομηλίκους και γνωστούς.
Βασική προϋπόθεση για να μειωθεί ο κίνδυνος εμπλοκής ενός παιδιού με τα ναρκωτικά είναι η επικοινωνία. Στην ηλικία των 10-12 ετών είναι καλό να ξεκινήσει ένας πρώτος διάλογος σχετικά με τους κινδύνους και τις επιπτώσεις έτσι ώστε να προληφθεί η εμφάνιση του προβλήματος.
Σχετικές παρακολουθήσεις ατόμων έχουν δείξει ότι τα νεαρά άτομα που καπνίζουν έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να κάνουν χρήση αλκοόλ και απαγορευμένων ουσιών. Οι γονείς οφείλουν να αποθαρρύνουν το παιδί τους από το κάπνισμα. Σε αυτό το ζήτημα πρέπει να επιστήσουμε  ιδιαίτερα την προσοχή διότι ο προφορικός αφορισμός δεν πρόκειται να φέρει αποτελέσματα αν οι γονείς είναι καπνιστές. Δυστυχώς ή ευτυχώς, οι πράξεις έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στον μιμητισμό των παιδιών από ότι το ‘κήρυγμα’. Γι' αυτό τον λόγο οι γονείς πρέπει να γίνονται φωτεινά παραδείγματα αποφεύγοντας να κάνουν υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ, να μην καπνίζουν και να μην κάνουν χρήση ναρκωτικών. Σε αντιδιαστολή με όλα τα ανωτέρω οι γονείς πρέπει να ωθήσουν τα παιδιά τους σε αθλητικές και κοινωνικές δραστηριότητες (όπως κολύμβηση, μπάσκετ, θέατρο, χορό, μουσική κλπ).
Εκτός από την εξασφάλιση ενός ήρεμου οικογενειακού περιβάλλοντος, οι γονείς πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση σχετικά με τις παρέες των παιδιών τους και τα μέρη που συχνάζουν. Η συνεχής ενημέρωση των γονέων για το πού βρίσκεται  το παιδί τους, καθώς επίσης η γνωριμία με τους γονείς των φίλων του παιδιού, δεν αποτελούν συστάσεις ή υπερβολές αλλά κανόνες. Κανόνες, επίσης, πρέπει να επιβάλλονται και στη συμπεριφορά των παιδιών, οι οποίοι συν τοις άλλοις πρέπει να περιλαμβάνουν τη μη χρήση παράνομων ουσιών, ακόμη, και κυρίως τότε, όταν βρίσκονται σε πάρτυ, οποιεσδήποτε και αν είναι οι περιστάσεις.
Αν παρατηρηθούν αλλαγές στη συμπεριφορά ενός παιδιού, οι γονείς δεν πρέπει να αδιαφορήσουν ή να το θεωρήσουν σημάδι εφηβείας. Μπορεί φυσικά και να είναι έτσι, αλλά καλό είναι να αποφεύγουμε τις προσωπικές υποθέσεις και να παρατηρούμε αν υπάρχει ο συνδυασμός επιθετικότητας, διαρκούς και υπερβολικού θυμού, κατάθλιψης, επαναστατικής συμπεριφοράς και κακής απόδοσης στο σχολείο γιατί αυτά αποτελούν ενδείξεις χρήσης ναρκωτικών. 
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά, ένας στους τρεις εφήβους δηλώνει ότι έχει δοκιμάσει κάποια παράνομη ουσία και ένας στους έξι έχει κάνει χρήση τουλάχιστον 3 φορές σε όλη του τη ζωή (κάνναβη και κοκαΐνη).






Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012

Προστασία παιδιών στο διαδίκτυο

Όλο και περισσότεροι γονείς εκφράζουν την ανησυχία τους για το γεγονός ότι τα παιδία τους περνούν πάρα πολλές ώρες στο διαδίκτυο και σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης όπως το facebook.και το twitter. Συνεπώς δημιουργείται εθισμός στο διαδίκτυο για τα παιδιά.

Αυτό που φοβίζει περισσότερο τους γονείς δεν είναι η απώλεια του ελεύθερου χρόνου τους μπροστά σε ένα ηλεκτρονικό υπολογιστή, όσο το γεγονός ότι δεν μπορούν να ελέγξουν τις δραστηριότητες των παιδιών τους κατά τη διάρκεια πλοήγησης τους στο διαδίκτυο.

Με ποιους μιλάνε, τι είδους πληροφορίες ανταλλάσσουν φόβοι για σεξουαλικές παρενοχλήσεις και απειλές. To γεγονός ότι ο κυβερνοχώρος δεν υπόκειται σε κάποια νομοθεσία εντείνει περισσότερο το πρόβλημα.

Παρέχει τη δυνατότητα σε ανθρώπους μέσω τις ανωνυμίας τους ή των ψεύτικων ταυτοτήτων να διακινούν παράνομο και επιβλαβές περιεχόμενο, όπως εικόνες παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης και παιδικής πορνογραφίας.

Υπάρχουν κάποια στοιχεία στην συμπεριφορά του παιδιού που μπορούν να προειδοποιήσου το γονέα για ενδεχόμενη παγίδευση του ανηλίκου του ή κίνδυνο από την έκθεσή του στο διαδίκτυο
  •     Έλλειψη συγκέντρωσης
  •     Επιθετική συμπεριφορά
  •     Απότομες αλλαγές διάθεσης/ απότομα ξεσπάσματα
  •     Απόκρυψη των κινήσεων του (Ποιούς συναντά, που πηγαίνει)
  •     Επαναλαμβανόμενα ψέματα.
  •     Μελαγχολία
Ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος προστασίας των ανηλίκων είναι μέσω του κλειδώματος μερικών ιστοτόπων και η χρήση φίλτρων ασφαλείας όπως το Norton internet security που παρέχει τη δυνατότητα γονεικού ελέγχου (parental control).

Οι γονείς που εντοπίζουν επιβλαβές περιεχόμενο ή τα παιδιά τους δέχονται απειλές μέσω διαδικτύου μπορούν να το καταγγείλουν σε εξουσιοδοτημένους φορείς.

Εάν η συμπεριφορά του παιδιού δεν δείχνει σημάδια βελτίωσης τότε θα πρέπει ο γονέας να απευθυνθεί σε γραφεία ιδιωτικών ερευνών, που θα διερευνήσουν την υπόθεση σε βάθος για να ξέρει πως ακριβώς θα πρέπει να κινηθεί και τι μέτρα να λάβει.